Ιστορία
Ο Λυθροδόντας, είναι κτισμένος στους πρόποδες του Μαχαιρά με κυρίαρχο χρώμα το πράσινο της ελιάς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο Λυθροδόντας είναι γνωστός για τους πλούσιους ελαιώνες του.
Βρίσκεται στην επαρχία Λευκωσίας, σε μικρή σχετικά απόσταση από την πρωτεύουσα, αφού απέχει μόλις 31 χιλιόμετρα.
Ιστορική αναδρομή
Από το όνομα του χωριού, όπως επισημαίνει η Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, συνάγεται πως το χωριό ιδρύθηκε κατά τα βυζαντινά χρόνια. Εντούτοις, κάποια αρχαία κατάλοιπα φανερώνουν πως το χωριό κατοικείτο από την αρχαιότητα, κυρίως από τα ελληνιστικά χρόνια.
Αργότερα, τόσο την περίοδο της φραγκοκρατίας όσο και της βενετοκρατίας, υπήρξε φέουδο. Είναι μάλιστα σημειωμένο σε χάρτες ως Litrondi.Ο Καρούζης συμπληρώνει γράφοντας: «στα μεσαιωνικά χρόνια ήταν γνωστό φέουδο, που, σύμφωνα με τον Φλώριο Βουστρώνιο, μεταξύ 1464 – 1468 άνηκε διαδοχικά στο Βινσιγκέρα Μορεσσίν και τον Πέτρο Βουστρώνιο».
Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, πολλοί κάτοικοι του χωριού ήταν κρυπτοχριστιανοί, γνωστοί ως «λινοβάμβακοι». Στη συνέχεια, όμως, όπως χαρακτηριστικά γράφει η Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, «έγιναν ομαδικά και φανερά Χριστιανοί». Και συμπληρώνει: « Κατά τον Νέαρχο Κληρίδη τούτο έγινε όταν ένα Πάσχα που είχαν πάει στις εκκλησίες, οι άλλοι κάτοικοι δεν τους είχαν επιτρέψει να παρακολουθήσουν τη λειτουργία, με αποτέλεσμα την επόμενη να μεταβούν όλοι στην Αρχιεπισκοπή στη Λευκωσία και να βαπτισθούν».
Για την περίοδο της τουρκοκρατίας, αναφέρεται, επίσης, πως: «πολλοί κάτοικοι του Λυθροδόντα απέκτησαν κτηματική περιουσία στα Λατσιά, κοντά στη Λευκωσία, όπου τελικά κατοίκησαν ιδρύοντας και μεγάλες φυτείες από ελιές».
Με το πέρασμα του χρόνου, κυρίως από τις αρχές του 20ου αιώνα, ο Λυθροδόντας, όπως υπογραμμίζει η Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, αποτελούσε το κεφαλοχώρι της περιοχής. Στις μέρες μας, ο Λυθροδόντας, συνεχίζει να ακολουθεί πορεία ανάπτυξης. Πολλοί μάλιστα πρωτευουσιάνοι, παρατηρεί ο Καρούζης, χτίζουν τις αγροικίες τους στο Λυθροδόντα.
Καλλιέργειες
Άγρια βλάστηση και καλλιεργήσιμες εκτάσεις εναλλάσσονται αρμονικά δημιουργώντας ένα τοπίο μοναδικής ομορφιάς. Στο Λυθροδόντα καλλιεργούνται διάφορα οπωροφόρα δέντρα, όπως αχλαδιές, συκιές, μηλιές, ροδακινιές, χρυσομηλιές και δαμασκηνιές, αλλά και πολλά λαχανικά. Περισσότερα: Φυσικό Περιβάλλον
Σημαντική θέση ανάμεσα στις καλλιέργειες του χωριού κατέχει η ελαιοκαλλιέργεια. Ο Καρούζης σημειώνει πως η ελιά «παραμένει το κυριότερο δέντρο του χωριού κι ίσως στο Λυθροδόντα να βρίσκεται η μεγαλύτερη έκταση ελαιόδεντρων στην Κύπρο». Περισσότερα: Ελαιοκαλλιέργεια
Μέχρι και πριν μερικές δεκαετίες, το ίδιο σημαντική ήταν και η αμπελοκαλλιέργεια. Υπήρχαν πολλά αμπέλια οινοποιήσιμων ποικιλιών, κατάλληλα για την παρασκευή κουμανταρίας. Ο Γκωντρύ, όπως διασώζει ο Καρούζης , αναφέρει «πως τα κυριότερα προϊόντα του χωριού κατά τον περασμένο αιώνα ήταν το λάδι και η κουμανταρία. Περιγράφει τα κρασιά του Λυθροδόντα ως ‘ελαφρά, με καθαρό χρώμα, διαυγή και πλούσια σε οινόπνευμα’».
Πληθυσμός
Ο πληθυσμός του Λυθροδόντα, από το 1881 έως το 2001, ακολούθησε ανοδική πληθυσμιακή πορεία, με μόνη εξαίρεση το 1931. Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται αναλυτικά η πληθυσμιακή πορεία του χωριού.
Χρονολογία | Αριθμός κατοίκων | Χρονολογία | Αριθμός κατοίκων |
1881 | 684 | 1946 | 1.300 |
1891 | 723 | 1960 | 1.448 |
1901 | 723 | 1973 | 1.785 |
1911 | 860 | 1982 | 1.870 |
1921 | 905 | 2001 | 2622 |
1931 | 651 |
Εκκλησίες
Η κύρια εκκλησία του Λυθροδόντα είναι αφιερωμένη στον Άγιο Θεράποντα. Οι άλλες εκκλησίες του χωριού είναι αφιερωμένες στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, στον Άγιο Γεώργιο, και στην Παναγιά. Επίσης, στα νοτιοδυτικά του Λυθροδόντα βρίσκεται το παλαιό μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, το οποίο σήμερα είναι ιδιοκτησία του Μαχαιρά.
Εκπαίδευση
Η εκπαίδευση στο χωριό αρχίζει μετά το μέσο του 19ου αιώνα. Οι πρώτοι δάσκαλοι ήταν ιερείς. Ειδικότερα, τα πρώτα γράμματα στο χωριό, σύμφωνα με το Ιερώνυμο Περιστιάνη, τα δίδαξε ο παπά Χριστόδουλος από το 1858 ως το 1870. Στη συνέχεια, τα επόμενα δυο χρόνια, από το 1870 έως το 1872, δίδαξε ο Πρωτοπαπάς. Το 1872, γράφει η Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, «κτίσθηκε μεγάλη αίθουσα με δαπάνη του Μελέτιου Χατζή Αντώνη, εφημέριου των πατριαρχείων στην Κωνσταντινούπολη». Έτσι, άρχισε τη λειτουργία του το πρώτο κοινοτικό σχολείο. Σ’ αυτό δίδαξαν, το 1876, ο Μιχαήλ Καλλονάς και το 1880, ο Αλκιβιάδης Σκουρλάς.
Πηγές:
Γιώργου Καρούζη, Περιδιαβάζοντας την Κύπρο, Λεμεσός, Πόλη και Επαρχία, Λευκωσία 2001
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τ. 9
Κοινοτικό Συμβούλιο Λυθροδόντα
Ονομασία
Πως πήρε το όνομα του ο Λυθροδόντας
Το πώς πήρε το όνομα του ο Λυθροδόντας, είναι δύσκολο να το επιβεβαιώσουμε. Αρκετοί ερευνητές προσπάθησαν να δώσουν μιαν εξήγηση, όμως δεν είναι και τόσο πειστικοί, για να δεχθούμε τα επιχειρήματα τους. Δεν είμαστε ακόμα σε θέση να πούμε με βεβαιότητα την ορθότητα οποιασδήποτε από τις εκδοχές αυτές, τις οποίες παραθέτουμε και σχολιάζουμε.
Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο Λυθροδόντας πήρε το όνομα του από τον πρώτο οικιστή του οικισμού, ο οποίος ονομαζόταν Ερυθροδόντας, επειδή είχε ερυθρά δόντια, δηλαδή δόντια που το χρώμα τους παραμορφώθηκε από χημικές ουσίες. Την εκδοχή αυτή την βρίσκομε να είναι καταγραμμένη στο βιβλίο «Χωριά και Πολιτείες της Κύπρου» του δασκάλου και λαογράφου Νέαρχου Κληρίδη. Υποστηρίζεται ότι το γράμμα ρ της λέξης «ερυθροδόντας» μετετράπηκε σε λ, κάτι πολύ συνηθισμένο στην Ελληνική γλώσσα. Παρόμοιο παράδειγμα έχουμε τη Λυθράγκωμη, η οποία παράγεται από τις λέξεις ερυθρά και κώμη. Η εκδοχή αυτή δεν μπορεί να είναι πειστική, γιατί το νερό του Λυθροδόντα είναι εξαιρετικής ποιότητας και δεν παραπονέθηκε κανένας από τους κατοίκους του για την αλλοίωση του χρώματος των δοντιών του. Η εκδοχή αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύ λαϊκή.
Μια άλλη εκδοχή για την ονομασία του Λυθροδόντα υποστηρίζει ότι αυτός πήρε το όνομα του, γιατί αποτελούσε έναν από τους μεγαλύτερους ελαιώνες της περιοχής της Λευκωσίας. Και άλλα γειτονικά χωριά του Λυθροδόντα πήραν επίσης το όνομα τους από τις πολλές ελιές που παράγουν, όπως ο Αναλιόντας, από το Άνω Ελαιώνας και ο Καταλιόντας από το Κάτω Ελαιώνας. Με βάση αυτό τον συλλογισμό, ο Λυθροδόντας πήρε το όνομα του, επειδή ήταν το μεγαλύτερο ελιοχώρι της Λήδρας. Η Λήδρα, το παλιό όνομα της σημερινής Λευκωσίας, αποτελούσε ένα από τα βασίλεια της Κύπρου. Δεν συζητώ την ανορθογραφία της λέξης δηλαδή το πώς το η της λέξης Λήδρα έγινε υ. Πιστεύω ότι είναι πολύ αμφίβολο ο Λυθροδόντας να υπαγόταν στο βασίλειο της Λήδρας, γιατί απέχει αρκετά από αυτή. Εγγύτερα προς τον Λυθροδόντα ήταν τα βασίλεια του Ιδαλίου και της Ταμασσού, τα οποία ασφαλώς και θα τον διεκδικούσαν. Από γραπτές πηγές βρίσκουμε ότι ο Λυθροδόντας, όπως και οι άλλες περιοχές γύρω από αυτόν, υπάγονταν στο βασίλειο της Ταμασσού, το οποίο θεωρείτο κατά την αρχαιότητα ως ένα από τα πιο πλούσια βασίλεια, λόγω της εκμετάλλευσης των χαλκούχων μεταλλείων της περιοχής. Κατά το δεύτερο μισό του 4ου π.χ. αιώνα, ο βασιλιάς της Ταμασσού Πασίκυπρος πώλησε το βασίλειο του στον Πουμιάθονα, τον Φοίνικα βασιλιά του Κιτίου. Ασφαλώς και ο Λυθροδόντας, ο οποίος υπαγόταν στην Ταμασσό, περιήλθε στην εξουσία του βασιλιά του Κιτίου. Ένα από τα βουνά του Λυθροδόντα, ο Βήλος, πήρε πιθανόν το όνομα του από τον Βάαλ, τον Θεό των Φοινίκων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή και εκμεταλλεύονταν τα μεταλλεία του χαλκού που υπήρχαν την Τερέδκια, που είναι περιοχή του Λυθροδόντα. Εξάλλου μέχρι και σήμερα, ο Λυθροδόντας αποτελούσε τον ελαιώνα της Λήδρας, δε μπορεί να έχει οποιαδήποτε βάση.
Η Τρίτη εκδοχή θέλει τον Λυθροδόντα να πήρε το όνομα του από το χρώμα του εδάφους του. Είναι γεγονός ότι το έδαφος του Λυθροδόντα σε μερικές περιοχές έχει χρώμα κόκκινο (ερυθρό), γιατί έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε χαλκό. Οι περιοχές αυτές είναι γνωστές ως «Κοτσινοκρέμμια», «Κοτσινοπάμπουλοι» και «Κοτσιναύλακα». Παρόλο που η εκδοχή αυτή είναι περισσότερο πειστική, δεν επικρατεί στην πλειοψηφία των εδαφών του Λυθροδόντα.
Η τέταρτη εκδοχή υποστηρίζει ότι τα βουνά που περιβάλλουν τον Λυθροδόντα από τις τρείς μεριές, μοιάζουν με δόντια ανοιχτής σιαγόνας. Χρησιμοποιώντας και λίγο τη φαντασία, θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος ότι το χωριό πήρε το όνομα του από την τοποθεσία στην οποία βρίσκεται και από τη σύσταση του εδάφους του, γιατί μερικά από τα βουνά, όπως αναφέραμε, έχουν χρώμα κόκκινο. Έτσι, το χωριό ονομάστηκε Ερυθροδόντας , το οποίο στη συνέχεια μετετράπηκε σε Λυθροδόντας. Η άποψη αυτή είναι πολύ εξεζητημένη, γιατί βλέποντας κάποιος τα βουνά που βρίσκονται στις τρεις πλευρές του Λυθροδόντα είναι πολύ δύσκολο να υποθέσει ότι θα μπορούσαν να αποτελούν δόντια σιαγόνας, ανομοιόμορφα τοποθετημένα.
Η τελευταία εκδοχή, υποστηρίζει ότι η λέξη Λυθροδόντας είναι φυτώνυμο. Πήρε δηλαδή την ονομασία του από το φυτό ερυθρόδανον, το οποίο ευδοκιμούσε στην περιοχή. Το φυτό αυτό ήταν γνωστό και ως αρκολίζαρον, ριζάρι, πογιά, αρκοπογιά. Ερυθρόδανον είναι η αρχαία ελληνική ονομασία του φυτού αυτού. Το ερυθρόδανον το αναφέρουν ο ιστορικός Ηρόδοτος (484-426 π.χ.), ο φιλόσοφος Θεόφραστος (372-287 π.χ.), ο οποίος ασχολήθηκε πολύ με τα φυτά , και ο γιατρός και φραρμακολόγος Διοσκουρίδης (1ος αιώνας μ.), ο οποίος στο βιβλίο του Περί Ύλης Ιατρικής αναφέρει: «ερυθρόδανον ή ερευθόδανον, ένιοι δε τεύθριον καλούσι, ρίζα εστίν ερυθρά βαφική η μεν τις αγρία η δε σπαρτή …… ωφελίμως σπείρεται διά το γίγνεσθαι εκ τούτου πλείστην πρόσοδον». Οι ρίζες του φυτού αυτού χρησιμοποιούνταν κατά την αρχαιότητα για την κατασκευή κόκκινης μπογιάς, για βάψιμο κυρίως υφασμάτων. Το ερυθρόδανο καλλιεργείτο στην Κύπρο από τα αρχαία χρόνια μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα. Σταμάτησε να χρησιμοποιείται, όταν άρχισε η χρήση χημικών χρωμάτων. Πιθανόν το ερυθρόδανο να καλλιεργείτο σε μεγάλες εκτάσεις στον Λυθροδόντα κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους και μετέπειτα και το φυτό αυτό να έδωσε και το όνομα του στο χωριό μας. Το γεγονός ότι σήμερα δεν βρίσκουμε το ερυθρόδανο στον Λυθροδόντα, είναι γιατί αυτό έπαυσε να καλλιεργείται, λόγω της μη εμπορευσιμότητας του και έτσι με το πέρασμα του χρόνου εξαφανίστηκε. Αυτό συμβαίνει και με πολλά άλλα φυτά. Για παράδειγμα, στον Λυθροδόντα μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα υπήρχαν πολλά αμπέλια και το χωριό ήταν ξακουστό για την κουμανταρία του. Σήμερα, ελάχιστα αμπέλια έχουν απομείνει. Κάποτε τα χωράφια μας ήταν γεμάτα από μουριές, γιατί τα φύλλα τους χρησιμοποιούνταν για την εκτροφή των μεταξοσκωλήκων και οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη σηροτροφία. Σήμερα, σπάνια συναντάς μουριές.
Πώς όμως το ερυθρόδανο έγινε Λυθροδόντας; Σύμφωνα με τον λαογράφο Σίμο Μενάρδο, το γράμμα λ προήλθε από την ανομοίωση του πρώτου ρ, κάτι που ήταν πολύ συνηθισμένο στην Ελληνική. Παρόμοιες λέξεις έχουμε το λυθρίνι, που προήλθε από τη λέξη ερυθρίνος, και όπως ήδη αναφέρθηκε, το χωριό Λυθράγκωμη, προήλθε από τις λέξεις ερυθρά ήδη αναφέρθηκε, το χωριό Λυθράγκωμη, προήλθε από τις λέξεις ερυθρά και κώμη. Η δε λέξη λύθρο σημαίνει κόκκινο. Επομένως το ερυθρό γίνεται λύθρο. Η κατάληξη –οντας υπάρχει στα ονόματα που προέρχονται από φυτά και εκφράζονται κατά το αρσενικό τους π.χ. Λιόντας = ο τόπος που έχει ελιές (Αναλιόντας, Καταλιόντας), Σκινόντας = ο τόπος που έχει σχινιές (υπάρχει στη Λέρο), Βατόντας= τόπος που έχει βάτους (υπάρχει στην Εύβοια), Μηλιόντας= τόπος που έχει μήλα (υπάρχει στη Ικαρία) κ.ά. Επομένως μπορεί να υπστοριχθεί ότι και ο Λυθροδόντας είναι ο τόπος που έχει ερυθρόδανα.
Η εκδοχή αυτή θεωρείται σήμερα πιο σωστή από τις προηγούμενες. Επομένως, μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο Λυθροδόντας πήρε το όνομα του από το ερυθρόδανο. Αν σήμερα, το βασικό φυτό του χωρίου μας είναι η ελιά και όχι το ερυθρόδανο, δεν μπορεί κάποιος να αμφισβητήσει ότι πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια περίπου, ο Λυθροδόντας καλλιεργούσε ένα φυτό το οποίο κάποτε ήταν περιζήτητο. Πόσα πράγματα αλλάζουν με τον χρόνο! Το όνομα όμως παραμένει, γιατί αυτό αποτελεί την ταυτότητα εκείνου που το φέρει.
Πηγή:
« Ο Λυθροδόντας. Ιστορία – Μνήμες – Πολιτισμός » Αργυρός Κωνσταντίνου, Λευκωσία 2013
Πώς να έρθετε